Στο περιθώριο αυτής της συνάντησης (18.11.2009) οι παρόντες Γραμματείς είχαν την ευκαιρία να επισκεφθούν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις Βρυξέλλες όπου συναντήθηκαν με τον κ. Pál Schmitt, Αντιπρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και υπεύθυνο για τον διαπολιτισμικό διάλογο και τα θρησκευτικά θέματα, μαζί με τον κ. László Tökés, ευρωβουλευτή εκ Ρουμανίας και προτεστάντη Επίσκοπο της επαρχίας Piatra Craiului (από το 1990). Παρευρέθησαν επίσης ευρωβουλευτές από διάφορες Χώρες της Κεντρικής Ευρώπης. Η συνάντηση αυτή υπήρξε άκρως ενδιαφέρουσα, αποκαλυπτική και πολλά υποσχόμενη, λαμβανομένου υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όρισε επίσημα τον κ. Pal Schmitt, Ουγγρικής καταγωγής και Χριστιανοδημοκράτη (ΕΛΚ), ως εκπρόσωπό του αρμόδιο για θέματα θρησκευτικών πεποιθήσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Κατά την τοποθέτησή του ο κ. Pál Schmitt αναφέρθηκε σε τρία σημεία: Πρώτον, στη σημασία του άρθρου 17 της νέας Συνθήκης της Λισσαβόνας. Ο ίδιος τόνισε με σθένος τον σημαντικό ρόλο των χριστιανικών κοινοτήτων στην Ευρώπη και επεσήμανε ότι «η ταυτότητα των Εκκλησιών είναι θρησκευτική. Ο διάλογος μεταξύ της ΕΕ και των εκκλησιών πρέπει να σεβαστεί αυτή την θρησκευτική ταυτότητα... Ο «νέος διάλογος», σύμφωνα με το άρθρο 17, παρέχει στις Εκκλησίες και τις Θρησκευτικές Κοινότητες τη δυνατότητα μιας ουσιαστικής συμβολής στην αντιμετώπιση μερικών από τις σημερινές σοβαρές προκλήσεις στην ευρωπαϊκή πολιτική».
Βέβαια, η προσπάθεια αυτή κρίνεται άκρως ενδιαφέρουσα και το σχετικό Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τις προοπτικές ανάπτυξης του διαλόγου των πολιτών στο πλαίσιο της Συνθήκης της Λισσαβόνας, το οποίο «τονίζει ότι πέραν του διαλόγου με την κοινωνία των πολιτών είναι επίσης απαραίτητος ένας ανοικτός, διαφανής και τακτικός διάλογος της Ένωσης με τις Εκκλησίες και τις Θρησκευτικές Κοινότητες, όπως προβλέπεται από τη Συνθήκη της Λισσαβόνας».
Το δεύτερο σημείο της ομιλίας του κ. Pál Schmitt ήταν ακριβώς η σημασία που δίδει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο διάλογο μεταξύ ΕΕ και Εκκλησιών, αφού ο ίδιος ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου συμμετείχε με τους Προέδρους της Επιτροπής και του Συμβουλίου σε αρκετές συναντήσεις με στελέχη διαφόρων θρησκευτικών κοινοτήτων, αλλά και στο διάλογο με τους θρησκευτικούς ηγέτες, αναφέροντας τη σημασία του διαπολιτισμικού διαλόγου.
Τέλος, το τρίτο σημείο αφορούσε στον τρόπο με τον οποίο πρέπει να γίνεται ο διάλογος. Λαμβάνοντας υπόψη το ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στην ΕΕ ως αποτέλεσμα της επικύρωσης της Συνθήκης της Λισσαβόνας, ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στη διοργάνωση του μελλοντικού διαλόγου μεταξύ των Εκκλησιών και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Για τον λόγο αυτόν και είναι απαραίτητο να απαντηθούν ερωτήματα του τύπου:
Η ουσιαστική, αλλά ανεπίσημη αυτή συνάντηση, άφησε να διαφανεί ότι με την ανάληψη αρμοδιότητας για θέματα Εκκλησιών από το Προεδρείο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αρχίζει να διαφαίνεται η διαμόρφωση συγκεκριμένης αντίληψης για τον τρόπο με τον οποίο θα γίνει λειτουργικό το άρθρο 17 της Συνθήκης της Λισσαβόνας. Μένει να ακολουθήσει ο καθορισμός αντίστοιχων αρμοδιοτήτων και στα λοιπά θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και ένας υπεύθυνος συντονισμός εκ μέρους των Εκκλησιών για μια υψηλού επιπέδου εκπροσώπησή τους στα ανώτατα αυτά Ευρωπαϊκά Όργανα.